Ο Βουλευτής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ Ν. Σερρών, κ. Μιχάλης Τζελέπης, με Ερώτησή του προς τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κ. Ευάγγελο Αποστόλου, έφερε στην Βουλή «Το ζήτημα αναθεώρησης του Κανονισμού Ασφάλισης Φυτικής Παραγωγής του ΕΛΓΑ, με αφορμή την επαναφορά του αιτήματος αποζημίωσης των πληγέντων αμυγδαλοπαραγωγών της ΠΕ Σερρών».
Ειδικότερα, στην αρχή της Ερώτησής του, ο Βουλευτής υπογραμμίζει ότι: «Οι παραγωγοί αμυγδάλου του Νομού Σερρών έχουν περιέλθει σε ιδιαίτερα δυσμενή θέση, λόγω των εξαιρετικά μειωμένων αποδόσεων της καλλιέργειας τους, αποτέλεσμα των αντίξοων καιρικών συνθηκών που επικράτησαν στην περιοχή, τον περασμένο χειμώνα».
Στην συνέχεια, ο κ. Τζελέπης τονίζει ότι «Το ζήτημα αποζημίωσης των αμυγδαλοπαραγωγών, το είχα επισημάνει, ήδη, από τον Μάιο του 2017, με την με Α.Π. 5783/23-5-2017, ερώτηση μου στην Βουλή, λαμβάνοντας υπόψη σχετικό έγγραφο της τοπικής Ομάδας Αμυγδαλοπαραγωγών Σερρών αλλά και της αρμόδιας Υπηρεσίας της Περιφέρειας» όμως, «παρά τις προαναφερθείσες, έγκυρες επισημάνσεις, προς τον ΕΛΓΑ και το ΥΠΑΑΤ, περί δραματικά μειωμένων αποδόσεων στην καλλιέργεια και πριν ακόμα κοινοποιηθεί και επισημοποιηθεί, από την αρμόδια τοπική Υπηρεσία της Π.Ε., η μέση απόδοση των αμυγδαλόδεντρων σε επίπεδο Π.Ε, ο Οργανισμός πρόλαβε να απαντήσει αρνητικά, στο δίκαιο αίτημα αποζημίωσης των πληγέντων παραγωγών, καθώς, σε καμία περίπτωση η ζημιά δεν οφείλεται σε δική τους υπαιτιότητα, προεξοφλώντας, ήδη από τα μέσα Ιουλίου (σύμφωνα με το 10819/19-7-2017 έγγραφό του), ότι το ποσοστό μείωσης παραγωγής, σε επίπεδο Π.Ε., δεν θα φτάσει το 30%».
Σήμερα, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο κ. Τζελέπης «δύο μήνες μετά το παραπάνω απαντητικό έγγραφο του ΕΛΓΑ και έχοντας φτάσει πλέον, στο πέρας της συγκομιδής, η 1η γενική διαπίστωση είναι ότι οι απώλειες, στην παραγωγή καρπού, σε πολλές περιπτώσεις, είναι της τάξεως του 80% (περιοχή Βισαλτίας), με τον μέσο όρο σε επίπεδο Π.Ε να ξεπερνάει το 50%, σε σχέση με μια κανονική χρονιά, όπως επιβεβαιώνει και πρόσφατο υπηρεσιακό έγγραφο της Περιφέρειας».
Η 2η γενική διαπίστωση που προκύπτει από το εν λόγω ζήτημα, σύμφωνα πάντα και με το σχετικό απαντητικό έγγραφο του Οργανισμού, είναι πως «παρόλη την οικονομική καταστροφή των πληγέντων αμυγδαλοπαραγωγών που κάθε χρόνο, πληρώνουν μέχρι και 29 Ευρώ, για την ασφάλιση της αγροτικής τους εκμετάλλευσης, τα ζημιογόνα αίτια, όπως, της κακής γονιμοποίησης και της καρπόπτωσης, δεν καλύπτονται ασφαλιστικά, ούτε από τον Κανονισμό Ασφάλισης Φυτικής Παραγωγής αλλά ούτε και από τον Κανονισμό Κρατικών Ενισχύσεων, καθώς δεν συντρέχει συγκεκριμένη δυσμενής καιρική συνθήκη ή συνθήκες».
Το παραπάνω γεγονός, σύμφωνα με τον Υπεύθυνο ΚΤΕ Αγροτικής Ανάπτυξης της Δημοκρατικής Συμπαράταξης ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ σε συνδυασμό με άλλες, παρόμοιες περιπτώσεις, στην περιοχή, οδηγεί στο συμπέρασμα πως υφίστανται και άλλοι παράγοντες, εκτός των καιρικών συνθηκών που μπορούν να προκαλέσουν, μεμονωμένα, μεγάλη απώλεια παραγωγής και δεν καλύπτονται ασφαλιστικά από τον Κανονισμό Ασφάλισης Φυτικής Παραγωγής, «καθιστώντας απαραίτητη την αναθεώρηση του».
Επειδή, κατά τον κύριο Τζελέπη «πρόκειται για ένα θέμα που απασχολεί ιδιαίτερα όλους τους παραγωγούς της Επικράτειας που αργά ή γρήγορα έρχονται αντιμέτωποι με μια ανάλογη καταστροφή και εύλογα, από την στιγμή που ασφαλίζουν την εκμετάλλευση τους, έχουν την απαίτηση αποζημίωσης, από την Πολιτεία», ο Βουλευτής, ζήτησε από τον αρμόδιο Υπουργό να τον ενημερώσει εάν προτίθεται το ΥΠΑΑΤ, να επανεξετάσει, υπό το φως των νέων δεδομένων, της εξαιρετικά μειωμένης παραγωγής αμυγδάλου στον Νομό Σερρών, την δυνατότητα αποζημίωσης των πληγέντων γεωργών που εν μέσω κρίσης απειλούνται με πλήρη οικονομική καταστροφή, είτε με κατ’ εξαίρεση κάλυψη αυτών των ζημιών από τον ΕΛΓΑ, είτε με ένταξή τους στις Κρατικές Οικονομικές Ενισχύσεις (Κ.Ο.Ε) και δεύτερον, εάν σκοπεύει το ΥΠΑΑΤ, να προχωρήσει σε αναθεώρηση του Κανονισμού Ασφάλισης Φυτικής Παραγωγής, ώστε να ενταχθούν σε αυτόν φαινόμενα ή καταστάσεις που δεν είχαν προβλεφθεί μέχρι σήμερα, όπως: καρπόπτωση, κακή γονιμοποίηση, αρρώστια-επιδημία κλπ, αναγνωρίζοντας ότι η εμφάνιση αυτών των ζημιογόνων φαινομένων, σε αρκετές των περιπτώσεων, δύναται να προκληθεί, χωρίς να συντρέχουν συγκεκριμένες ακραίες ή δυσμενείς, καιρικές συνθήκες, αλλά άλλοι παράγοντες, οι οποίοι θα πρέπει, στο πλαίσιο βελτίωσης αλλά και εναρμόνισης του, να ληφθούν σοβαρά υπόψη.